Τετάρτη 13 Φεβρουαρίου 2013

Δυσθυμία: Η νέα ασθένεια της εποχής μας


Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν ζήσει περιόδους στη ζωή τους που αντιδρούν σε κάποιο γεγονός ή στρεσογόνο κατάσταση αναπτύσσοντας υπερδραστηριότητα (βγαίνουν έξω συχνά, δουλεύουν πολύ, αισθάνονται μια γενική ευφορία). Περνούν επίσης φάσεις που αντιδρούν με τον αντίθετο τρόπο, δηλαδή με κατήφεια, μελαγχολία και νιώθοντας αδιαφορία για όλα. Με άλλα λόγια η μανία και η κατάθλιψη στις πιο ήπιες μορφές τους είναι μέρος της καθημερινής ζωής. Για μερικούς όμως αυτές οι αλλαγές της διάθεσης είναι τόσο ακραίες, έντονες και παρατεταμένες που αναστατώνουν μέχρι και διαλύουν τη ζωή τους, ενώ ονομάζονται διαταραχές της διάθεσης.
Στην αρχαία Ελλάδα υπήρχαν θεραπευτικά κέντρα, τα Ασκληπιεία, όπου τη λειτουργία του ψυχιάτρου ασκούσαν οι ιερείς του θεού Ασκληπιού. Μια από τις πιο αποτελεσματικές μεθόδους θεραπείας ήταν η ερμηνεία των ονείρων που θεωρούνταν μέσα επικοινωνίας με κάποια θεότητα σχετική με τη διαταραχή.
Ο Ιπποκράτης περιέγραψε την κατάθλιψη τον 4ο αιώνα και πίστευε πως οι ασθένειες οφείλονται σε φυσικές και όχι δαιμονικές αιτίες. Οι θεραπευτικές του μέθοδοι περιλάμβαναν ξεκούραση, γυμναστική και ειδική δίαιτα.
Είναι γνωστό ότι διάσημες προσωπικότητες, όπως ο Winston Churchill, έχουν υποφέρει από διαταραχές της διάθεσης. Η δυσθυμία είναι μια ήπια, επίμονη κατάθλιψη. Οι ασθενείς είναι για μακρό χρονικό διάστημα, ίσως σε όλη τους τη ζωή ήταν, κακόκεφοι, ιδιότροποι, υπερσυνεπείς και ανίκανοι να ευχαριστηθούν οτιδήποτε. Έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση, σκέψεις για αυτοκτονία και διαταραχές στη σκέψη αλλά σε βαθμό που δεν διαταράσσει τη γενική λειτουργικότητά τους. Παρόλα αυτά το γεγονός ότι τα συμπτώματα εκτείνονται στο χρόνο καθιστά τη δυσθυμία ως μια σοβαρή διαταραχή χρόνιας φύσης. Λόγω του ήπιου χαρακτήρα της οι δυσθυμικοί μπορεί να φαίνονται στους άλλους απλώς ως «μελαγχολικά άτομα». Επιπλέον επειδή η ασθένεια εμφανίζεται νωρίς στη ζωή κάποιου και κρατάει χρόνια, συχνά το ίδιο το άτομο θεωρεί ότι το συναίσθημα θλίψης που νιώθει είναι φυσιολογικό κι έτσι δεν κάνει απόπειρες να θεραπευτεί.
Σύμφωνα με έρευνες το 0,8%-6% του πληθυσμού θα εμφανίσει σε κάποια φάση της ζωής του δυσθυμία. Εφόσον δεν υπάρξει θεραπευτική αντιμετώπιση θα συνεχιστεί για όλη του τη ζωή. Είναι σημαντικό να γίνει έγκαιρη διάγνωση καθώς είναι πιθανό να εκδηλωθούν και άλλες ψυχιατρικές διαταραχές που θα περιπλέξουν τη διάγνωση. Δεν είναι καθόλου σπάνιο εκτός από τη δυσθυμία να συνυπάρχει και μείζων καταθλιπτική διαταραχή, με συνέπεια να έχουμε «διπλή κατάθλιψη».
Τα συμπτώματα μοιάζουν με αυτά της κατάθλιψης, αλλά είναι λιγότερο έντονα. Περιλαμβάνουν εκνευρισμό ή έντονο θυμό, ατονία, «βαριεστιμάρα», έλλειψη κινήτρων για δραστηριότητες ή ακόμη και καθημερινές δουλειές, απάθεια, ληθαργικότητα, αργές κινήσεις, συνεχή κόπωση χωρίς οργανικά αίτια, δυσκολία συγκέντρωσης και λήψης αποφάσεων, δυσκολίες στον ύπνο (αϋπνία ή υπερβολική ανάγκη για ύπνο), διαταραχές στην όρεξη για τροφή, επιθυμία να μένει το άτομο συνέχεια στο κρεβάτι, σκέψεις αναξιότητας, διαστρέβλωση των πληροφοριών από το περιβάλλον ώστε πάντα να μειώνει τον εαυτό του βλέποντας μόνο τα αρνητικά, έλλειψη ικανοποίησης από τη ζωή, μοναξιά, ανηδονία που σχετίζεται με την αδυναμία άντλησης ευχαρίστησης από πράγματα που άλλοτε έδιναν χαρά. Για να διαγνωσθεί δυσθυμία τα συμπτώματα αυτά θα πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον για δύο χρόνια και να μην απουσιάζουν ποτέ περισσότερο από δύο μήνες.
Δεν γνωρίζουμε επακριβώς ποια είναι τα αίτια της συγκεκριμένης διαταραχής. Υπάρχουν όμως ενδείξεις ότι περιβαλλοντικοί, βιοχημικοί, γενετικοί και ψυχολογικοί παράγοντες ευθύνονται για την εμφάνισή της. Για παράδειγμα άτομα με οικογενειακό ιστορικό κατάθλιψης διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο, κάτι που θα μπορούσε να αποδοθεί στη κληρονομικότητα αλλά και στο ότι η κατάθλιψη είναι μια συμπεριφορά που κάποιος «έμαθε» μεγαλώνοντας σε νοσηρό οικογενειακό περιβάλλον. Στρεσογόνα γεγονότα ζωής, όπως θάνατος αγαπημένου προσώπου, κακοποίηση, συναισθηματική στέρηση, οικονομικές δυσκολίες, διαταραγμένες σχέσεις με γονείς κατά την παιδική ηλικία συμβάλλουν εξίσου αρνητικά. Σε βιοχημικό επίπεδο έχει κατηγορηθεί ο νευροδιαβιβαστής σεροτονίνη.
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι μέχρι το 1980 η δυσθυμία ονομαζόταν «νευρωτική» κατάθλιψη και αντιμετωπιζόταν περισσότερο ως τύπος προσωπικότητας παρά ως ασθένεια. Η θεραπεία της μπορεί να είναι είτε φαρμακευτική ή ψυχοθεραπευτική ή και συνδυασμός των δύο. Όλα τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα χρειάζονται περίπου 3-4 εβδομάδες για να λειτουργήσουν, ενώ δεν συνιστώνται για περιστασιακή χρήση αλλά μόνο στα πλαίσια μιας οργανωμένης θεραπείας.
Μία ψυχοθεραπευτική προσέγγιση είναι η ανθρωπιστική που θεωρεί την διαταραχή της διάθεσης ως αίσθηση ανεπάρκειας από την αποτυχία του ανθρώπου να ζήσει μια ολοκληρωμένη και αυθεντική ζωή. Όταν ο ασθενής εκφράζει την ενοχή που βιώνει η υπαρξιακή άποψη υποστηρίζει πως είναι ένοχος διότι δεν παίρνει αποφάσεις, δεν είναι υπεύθυνος και δεν αξιοποιεί το δυναμικό του. Η μοναξιά είναι φυσιολογικό κομμάτι της ζωής που πρέπει να γίνεται δεκτό και να χρησιμοποιείται για την προσωπική μας εξέλιξη. Σύμφωνα με το συμπεριφορισμό όταν  διάφορες πράξεις δεν ενισχύονται πια, το άτομο δεν τις παρουσιάζει, δηλαδή παύει να είναι δραστήριο και αποσύρεται από το περιβάλλον του. Για παράδειγμα κάποιος που έχει πρόσφατα συνταξιοδοτηθεί μπορεί να ανακαλύψει ότι λίγα πράγματα εκτός του επαγγελματικού του χώρου του προσφέρουν θετική ενίσχυση με αποτέλεσμα να χάσει σταδιακά την ελπίδα του και να γίνει απαθής νιώθοντας ανήμπορος και απελπισμένος. Η γνωσιακή κατεύθυνση θεωρεί πως η διάθεση σχετίζεται άμεσα με τον τρόπο σκέψης μας. Μαθαίνοντας να αναγνωρίζουμε τις αρνητικές σκέψεις και αντικαθιστώντας τες με πιο εναλλακτικές η διάθεσή μας βελτιώνεται. Δεν μπορούμε να κρίνουμε τον εαυτό μας ούτε να τον συγκρίνουμε με άλλους γιατί ποτέ δεν έχουμε όλα τα δεδομένα. Μπορούμε να εκτιμήσουμε αυτό που είμαστε τώρα και να προσπαθήσουμε για το καλύτερο.
Νατάσσα Οικονόμου
Ψυχολόγος Πτυχ. Πανεπ. Αθηνών
ΝΑΥΠΛΙΟΝ 6946284514

Δεν υπάρχουν σχόλια: