Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2014

ΣΟΦΙΑ ΒΕΜΠΟ: Άγνωστα στοιχεία από τη ζωή της τραγουδίστριας της νίκης

Γράφει ο Γιώργος Πισσαλίδης
Η Σοφία Βέμπο γεννήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου 1910 στην Καλλίπολη της Ανατολικής Θράκης και το πραγματικό της όνομα ήταν Σοφία Μπέμπο. Ο πατέρας της ήταν καπνεργάτης και το 1912 η οικογένειά της μετεγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Το 1914, με την ελληνοτουρκική συμφωνία ανταλλαγής πληθυσμών που υπέγραψε η κυβέρνηση Βενιζέλου, η οικογένειά της εγκατέλειψε την Πόλη και επέστρεψε πρώτα στην Τσαριτσάνη και από εκεί στον Βόλο.
Στο Βόλο, μετά τις εγκύκλιες σπουδές της δουλεύει για να βοηθήσει οικονομικά την οικογένειά της ως ταμίας, ενώ αρχίζει μαθήματα κιθάρας. Τον Σεπτέμβριο του 1933 παίρνει το πλοίο και ταξιδεύει στην Θεσσαλονίκη για να συναντήσει τον αδελφό της.


Στην διάρκεια του ταξιδιού, θα γοητεύσει με την κιθάρα και την φωνή της τους συνταξιδιώτες της. Εκεί είναι που θα την ανακαλύψει ο Κωνσταντίνος Τσίμπας, ο μεγαλύτερος ιμπρεσάριος της Θεσσαλονίκης και θα της προτείνει να εμφανιστεί στο μεγάλο κοσμικό κέντρο «Αστόρια» της Θεσσαλονίκης. Με την συγκατάθεση του αδελφού της αρχίζει τις εμφανίσεις και μέσα σε μια εβδομάδα η φήμη της φτάνει στην Αθήνα.
Εκεί θα εμφανιστεί με τον θίασο Σαμαρτζή -Μηλιάδη και στην πρώτη της εμφάνιση, θα ερμηνεύσει την επιτυχία «Μια γυναίκα πέρασε». Το κοινό θα την καλέσει τέσσερις φορές ξανά επί σκηνής και οι συμπρωταγωνιστές Ορέστης Μακρής, Μαρίκα Νέζερ και Φώτης Αργυρόπουλος θα υποκλιθούν στο ταλέντο της. Τότε υπογράφει ένα συμβόλαιο 100.000 δραχμών τον μήνα, ποσό αστρονομικό για την εποχή. Τότε είναι που θα αλλάξει το όνομά της σε Σοφία Βέμπο.
Ξεκινά εμφανίσεις και η φήμη της φτάνει μέχρι την Αίγυπτο, όπου εμφανίζεται στο «Γκραντ Τριανόν» της Αλεξάνδρειας. Οι επιτυχίες της έρχεται η μία μετά την άλλη: «Μαύρα μου μάτια» , «Μη ζητάς φιλιά», «Σ' αγαπώ» (των Νικολαΐδη και Γιαννίδη), «Ας πεθάνω» «Συγγνώμη σου ζητώ, συγχώρεσέ με» και «Αφήστε με να πιω» (του Γιαννίδη).
Η μεγαλύτερη επιτυχία ήλθε το 1938. Ήταν τότε που ηχογράφησε τα «Κάποιο Μυστικό», «Κλαις», τη θρυλική «Ζεχρά» του Σογιούλ που χάλασε κόσμο και την βουκολική «Διαμαντούλα» του Θ. Σακελλαρίδη. Η Βέμπο ήταν πια η βασίλισσα του ελαφριού τραγουδιού. Παραμονές του πολέμου, τραγουδά το κλασικό βαλς «Το πρωί με ξυπνάς με φιλιά» (των Γιαννακόπουλου και Κυπαρίσση) και το δημοτικοφανές «Στ' Λάρισς βγαίνει ο αυγερινός).

Με την αρχή του Ελληνοϊταλικού πολέμου η Βέμπο βάζει το ταλέντο της στην υπηρεσία του Έθνους. Αρχίζει να τραγουδά τα κλασικά πατριωτικά τραγούδια που την έκαναν διάσημη και πολυαγαπημένη όπως το «Βάζει ο Ντούτσε την στολή του" ή το «Παιδιά της Ελλάδος, Παιδιά» των Σογιούλ και Τραϊφόρου.
«Βάζει ο Ντούτσε την στολή του
 Και την σκούφια την καλή του
 Με όλα τα φτερά, με όλα τα φτερά
 Και μια νύχτα με φεγγάρι
 Την Ελλάδα πάει να πάρει
 Βρε τον φουκαρά, βρε τον φουκαρά.

Ω!! τον τσολιά μας τον αφέντη
 Βρίσκει στα βουνά
 Και ταράζει τον αφέντη τον μακαρονά.
Αχ! Τσιάνο, θα τρελαθώ Τσιάνο
 Με την Ελλάδα, ποιος μου είπε να τα βάνω;»

Αλλά και το «Παιδιά της Ελλάδος, Παιδιά» των Σογιούλ και Τραϊφόρου:
«Μεσ' τους δρόμους τριγυρνάνε
 οι μανάδες και κοιτάνε
 ν ‘αντικρύσουνε,
τα παιδιά τους που ορκίστηκαν
στον σταθμό όταν χωρίστηκαν
να νικήσουν

Μα για ‘κείνους που έχουν φύγει
Και η Δόξα τους τυλίγει
Ας χαιρόμαστε,
Και ποτέ καμιά ας μην κλάψει
Κάθε πόνο της ας κάψει
Κι ας ευχόμαστε

Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά
Που σκληρά πολεμάτε πάνω στα βουνά
Παιδιά στην γλυκιά Παναγιά
Προσευχόμαστε όλες να' ρθετε ξανά».

Η Βέμπο γίνεται εθνικό σύμβολο εμψυχώνοντας τον στρατό και συγκλονίζοντας το πανελλήνιο. Την ίδια περίοδο, η Βέμπο χαρίζει στο ναυτικό 2000 χρυσές λίρες, ενώ μόλις τα ναζιστικά στρατεύματα μπουν στην Αθήνα, εκείνη θα φυγαδευτεί στην Μέση Ανατολή. Εκεί θα τραγουδά για τα ελληνικά και συμμαχικά στρατεύματα.
Με το τέλος του πολέμου η Ελλάδα περιμένει να πάρει αυτά που της υποσχέθηκαν οι «σύμμαχοι» Εγγλέζοι και αυτά που δικαιούτο. Δηλαδή την Βόρεια Ήπειρο και την Κύπρο. Όμως οι «σύμμαχοι» την ρίχνουν. Αντί να κάτσει στο τραπέζι των νικητών της στήνουν «εμφύλιο». Και τότε ο Τραϊφόρος με την Βέμπο διαμαρτύρονται με το «Κάνε κουράγιο Ελλάδα μου» του 1947:
«Ποιος το περίμενε
να βγουν ψευτιές και παραμύθια
και να ξεχάσουν τώρα πια τα λόγια εκείνα τους
που μας τα λέγαν κάθε βράδυ απ' τα Λονδίνα τους.

Μα δεν πειράζει, δεν πειράζει
δεν θα το βάλουμε μαράζι
και δεν θα κλάψουμε που πάλι μας ξεχάσατε
γιατί δεν είναι η πρώτη φορά που μας την σκάσατε.
Και στην υγειά σας μια οκαδούλα εμείς θα πιούμε
Και στην μικρή Ελλαδούλα μας θα πούμε:

Κάνε κουράγιο Ελλάδα μου
Κι όσο μπορείς κρατήσου
Και στα παλιά παπούτσια σου
Γράψε όσα λεν' οι εχθροί σου

Κι αν μας σκάσανε με μπαμπεσιά
Οι σύμμαχοι στην μοιρασιά
Κάνε κουράγιο Ελλάδα μου, να μην αρρωστήσεις
Γιατί το θέλει ο Θεός να ζήσεις και θα ζήσεις».

Όμως η Βέμπο θα τραγουδήσει και «Τα παιδιά μας που τ' αρπάξαν» για το παιδομάζωμα. Ένα τραγούδι αφιερωμένο «στα παιδιά μας που τ' άρπαξαν μια μαύρη νύχτα οι Σλαύοι»:

«Εσείς που μπήκανε και σας αρπάξανε μια μαύρη ώρα
Που να' στε τώρα, που να'στε τώρα;
Εσείς που οι μάνες σας σάς νανουρίζαν με παραμύθια
Που να είστε αλήθεια, που να είστε αλήθεια;

Εσείς που φύγατε και μαυρα φόρεσε όλη η χώρα
Που να' στε τώρα, που να' στε τώρα;
Σας περιμένουμε νύχτα και μέρα
Παιδιά που μείνατε χωρίς μητέρα
Και η Ελλάδούλα μας η καημένη
Νύχτα και μέρα σας περιμένει
Και το φωνάζουμε πως τα Ελληνόπουλα που αργοπεθαίνουν
Έλληνες είναι, Έλληνες μένουν».

Τα τελευταία χρόνια αυτά τα τραγούδια έχουν εξαφανιστεί από τα προγράμματα της κρατικής τηλεόρασης. Αλλά και τα ελαφρά της τραγούδια δεν πολυπαίζονται. Νομίζουμε είναι μια καλή ευκαιρία να ακουσθούν ξανά και να τονίσουν σε δύσκολους καιρούς το φρόνημα των Ελλήνων.


(Γράφτηκε τον Οκτώβριο του 2011 και δημοσιεύθηκε την Παρασκευή, 21 Οκτωβρίου 2011 στον "Ελεύθερο Κόσμο", με αφορμή τέσσερις συναυλίες αφιερωμένες στην «τραγουδίστρια της Νίκης» Σοφία Βέμπο που ετοίμασε η Σοφία Κοσκινά στο θέατρο «Μπάντμιντον» από τις 27 έως τις 30 Οκτωβρίου).

Ο Γιώργος Πισσαλίδης είναι κριτικός κινηματογράφου και συγγραφέας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: